Πώς δημιουργούμε εγγύτητα – τι σημαίνει ακούω

Ο καλος ακροατης - τι σημαίνει ακούω

Το προηγούμενο άρθρο “όταν δεν επικοινωνούμε” μιλάει για το τι κάνουμε όταν δεν ακούμε. Το παρόν άρθρο δίνει μία γενική οπτική της επικοινωνίας μέσα από την οποία μπορούμε να γίνουμε καλύτεροι ακροατές στις σχέσεις μας. Δίνει ιδέες για το τι σημαίνει ακούω.

Η επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων, ο τρόπος που μιλάμε και ακούμε ο ένας τον άλλον, βοηθάει να δημιουργήσουμε βαθιά σύνδεση, επαφή και εγγύτητα μεταξύ μας. Η ψυχοθεραπεύτρια Sue Johnson δημιούργησε μέσα από την πολυετή εμπειρία της στην ψυχοθεραπεία ζευγαριών την Συναισθηματικά Εστιασμένη Ψυχοθεραπεία (Emotionally Focused Therapy). Το μοντέλο αυτό βασίζεται σε μια σειρά από επιστημονικές έρευνες πάνω στην αγάπη και τις σχέσεις και η επιτυχία του οφείλεται στο γεγονός ότι, όπως δείχνουν και οι έρευνες, ο λόγος που οι σχέσεις αποτυγχάνουν δεν είναι ότι αυξάνονται με τα χρόνια οι συγκρούσεις των συντρόφων, αλλά ότι εξασθενούν η διάθεση για εγγύτητα και συναισθηματική ανταπόκριση του ενός προς τον άλλον (περισσότερες πληροφορίες θα βρείτε στο εξαιρετικό βιβλίο της Sue Johnson Κράτα με σφιχτά, τίτλος στο πρωτότυπο Hold me tight). Επομένως, είναι σημαντικό να ακούμε, να αφουγκραζόμαστε τον συνομιλητή ή τον σύντροφό μας, ώστε να μπορούμε να ανταποκρινόμαστε στα συναισθήματά του και να του το δείχνουμε με τέτοιο τρόπο, ώστε να το καταλαβαίνει.

Ένας χρήσιμος τρόπος για να περιγράψουμε την τέχνη του να ακούμε τον άλλον, δανεισμένος από τον Paul Browde ψυχίατρο, ψυχοθεραπευτή και ειδικό στην αφηγηματική ψυχοθεραπεια, είναι η επίσκεψη ενός ανθρώπου στην γειτονιά ενός άλλου.

Σε ξέρω, αλλά μέχρι ένα σημείο

Κάθε άνθρωπος έχει μέσα του έναν ολόκληρο κόσμο, που συνεχώς διευρύνεται. Αν δεχτούμε πως ένα μεγάλο κομμάτι αυτού του κόσμου είναι ασυνείδητο, θεωρούμε δεδομένο πως είναι αδύνατο να γνωρίζουμε ολόκληρο τον κόσμο μας ανά πάσα στιγμή. Είναι λοιπόν αδύνατο για έναν τρίτο να γνωρίζει ολόκληρο τον κόσμο μας, αφού ούτε εμείς οι ίδιοι δεν τον γνωρίζουμε ολοκληρωτικά. Επομένως, όταν λέμε για τον σύντροφό μας ότι «τον ξέρουμε», αυτό είναι παραπλανητικό, ακόμη κι αν έχουμε ζήσει μαζί του 20 χρόνια. Ξέρουμε μόνο κάποιες γειτονιές του· αυτό που βλέπουμε από την συμπεριφορά του, όσο μπορούμε να το καταλάβουμε μέσα από τον δικό μας κόσμο και όσο μπορεί να μας το δείξει και να μας το εξηγήσει ο ίδιος με τα δικά του λόγια.

Η εμπειρία μου ως μια γειτονιά του κόσμου μου

Όταν δύο άνθρωποι επικοινωνούν, ουσιαστικά επισκέπτονται ο ένας τον κόσμο του άλλου. Πιο συγκεκριμένα, επισκέπτονται κάποια γειτονιά του κόσμου του άλλου. Όταν αποφασίζει ο συνομιλητής μου να μου πει μια ιστορία του, δηλαδή μια εμπειρία του, με καλεί να επισκεφτώ μαζί του αυτή την γειτονιά του. Σε κάποιες περιπτώσεις, η γειτονιά αυτή για αυτόν τον άνθρωπο μπορεί να είναι ένα μέρος που επισκέπτεται ο ίδιος πάντα μόνος. Κάθε τέτοια δική του επίσκεψη σε αυτή την γειτονιά μπορεί να του προκαλεί ταραχή, θυμό, θλίψη, αλλά πάντα είναι μόνος του. Η στιγμή λοιπόν που με καλεί να πάω στην γειτονιά του και να τον συνοδεύσω εκεί, μπορεί να είναι η πρώτη φορά για εκείνον που επισκέπτεται αυτή την γειτονιά με παρέα –με έναν σύμμαχο και συνοδοιπόρο– και να είναι η πρώτη φορά που θα μπορέσει να την δει διαφορετικά, γιατί με αυτή την νέα εμπειρία, θα δημιουργηθούν νέες συνάψεις στον εγκέφαλό του, νέες συνδέσεις και νέα μονοπάτια σκέψης, άρα και νέα βιώματα. Δεν θα είναι πια μόνος του. Αυτό είναι και ένα από τα οφέλη της ψυχοθεραπείας, όπου ο ψυχοθεραπευτής λειτουργεί σαν συνοδοιπόρος. Ωστόσο, δεν χρειάζεται να είναι κανείς ψυχολόγος ή ψυχοθεραπευτής για να ακούσει τον συνομιλητή του. Το να ακούσω ενεργά δεν σημαίνει πως παρέχω ψυχοθεραπεία, αν και από μόνο του αυτό μπορεί να είναι θεραπευτικό. Σημαίνει πως ακούω.

Οι γειτονιές μπορεί να είναι ευχάριστες ή θλιβερές ή να έχουν οποιονδήποτε άλλο χαρακτήρα. Από την πλευρά μου, για να επισκεφτώ την γειτονιά του συνομιλητή μου και να τον ακούσω, καλούμαι να πραγματοποιήσω μια σειρά από ενέργειες μέσα μου.

Τι κάνω για να ακούσω

Πρώτα απ’ όλα, αφήνω τον δικό μου κόσμο στην άκρη. Δεν τον ξεχνώ. Αυτό είναι αδύνατο. Φαντάζομαι πως χτίζω μια γέφυρα από την καρδιά μου στην καρδιά του, από τον κόσμο μου στον δικό του και πως διασχίζω αυτή την γέφυρα, ώστε να πάω να τον συναντήσω στην γειτονιά του. Σαν να έπαιρνα το αυτοκίνητο να πάω από το σπίτι μου στο σπίτι του. Η διαδρομή είναι το χτίσιμο αυτής της γέφυρας. Προκειμένου να φτἀσω εκεί και να μπορέσω να τον ακούσω, πρέπει να πάω χωρίς κριτικό πνεύμα και χωρίς να προσπαθήσω να φτιάξω την γειτονιά του, ή να την αλλάξω. Αν θέλω να βοηθήσω, αυτό θα έρθει μετά, αφού τον ακούσω και αφού μου το ζητήσει. Αν, όταν φτάσω στο σπίτι του, στην γειτονιά του, είμαι γεμάτη από σκέψεις δικές μου και συναισθήματα που με απασχολούν, τότε δεν θα μπορέσω να τον ακούσω, γιατί θα γεμίζω από τον δικό μου κόσμο, τις δικές μου γειτονιές, οι οποίες θα έχουν προτεραιότητα για μένα. Θα είναι σαν να πήγα σπίτι του, για να τον πάρω και να τον φέρω πίσω στο δικό μου σπίτι. Φαντάζομαι πως χτίζω μια γέφυρα από την καρδιά μου στην καρδιά του και πως διασχίζω αυτή την γέφυρα, ώστε να πάω να τον συναντήσω στην γειτονιά του.Αν είμαι θλιμμένη, αν πεινάω, αν θέλω να πάω στην τουαλέτα, αν κρυώνω… όλα αυτά με αποσπούν από το να τον ακούσω. Επομένως, πρέπει να τα λύσω ή να τα αφήσω στην άκρη όλα αυτά, πριν μπορέσω να τον ακούσω με όλη μου την προσοχή.

Αν υποθέσουμε πως έχω λύσει τα δικά μου θέματα, τότε είναι πολύ φυσικό την ώρα που μου μιλάει να έχω δικές μου σκέψεις πάνω σε όσα ακούω. Π.χ. «Μα γιατί το κάνει αυτό; Θα μπορούσε να κάνει εκείνο». «Θα ήθελα κι εγώ να είχα μια τέτοια εμπειρία». «Αυτό το έχω πάθει και εγώ, να του πω τι έπαθα» (οπότε πια θα μιλήσουμε για την δική μου γειτονιά), κ.ά. Η δική μου δουλειά ως ακροατή είναι να αναγνωρίσω ότι κάνω αυτές τις σκέψεις και προσεκτικά να τις αναβάλω για αργότερα, όταν θα έρθει η ώρα να μιλήσουμε για την δική μου γειτονιά. Οτιδήποτε αφορά εμένα, την δική μου εμπειρία, ακόμη κι αν αυτή έχει να κάνει με του συνομιλητή μου, είναι η δική μου γειτονιά. Δεν είναι ακόμη η ώρα να την επισκεφτούμε, γιατί τώρα είμαι ο ακροατής. Η σκέψη μου ως προς τι θα πω από τα δικά μου όταν ακούω θα πρέπει να είναι «αυτό που θέλω να του πω τώρα, θα του είναι χρήσιμο; Ή έχει μέσα και την δική μου ανάγκη να με δει και να με ακούσει, να έρθει στην δική μου γειτονιά;». Η δική μου γειτονιά θα έχει θέση στην επαφή, όταν θα είναι έτοιμος ο συνομιλητής μου να ακούσει εμένα.

Πώς ξέρω ότι ο συνομιλητής μου είναι έτοιμος να ακούσει εμένα;

Τον ρωτάω. Ή, απλώς, αν τον έχω παρακολουθήσει με ενσυναίσθηση, δηλαδή αν τον έχω ακούσει και είμαι μαζί του, θα το νιώσω. Αν ξεκινήσω και δω ότι είναι ακόμη στην δική του γειτονιά, αυτό θα σημαίνει πως δεν είναι έτοιμος να φύγει από εκεί. Μπορώ να του δώσω παραπάνω χώρο και χρόνο. Αν δεν μπορώ, γιατί κουράστηκα, ή γιατί η δική μου γειτονιά απαιτεί με κάποιο τρόπο την προσοχή μου, το πιο έντιμο είναι να του το πω, ακόμη κι αν του είναι δύσκολο να το ακούσει. Αν δεν υπάρχει ειλικρίνεια στην επαφή, δεν μπορεί να υπάρξει και εγγύτητα.

Το επόμενο άρθρο πάνω στην επικοινωνία μεταξύ μας και την τέχνη του να ακούς έχει θέμα το πώς ακούμε, τι προσέχουμε, ποια είναι η συμπεριφορά μας απέναντι στον συνομιλητή μας.

Εικόνα του έργου “Langlois Bridge at Arles” του Βίνσεντ Βαν Γκόγκ, από Wikimedia, Public domain.

Διαδικτυακή Online ψυχοθεραπεία

Ψυχολογος online από Θεσσαλονίκη

Σε ποιους χρησιμεύει;
Σε τι δυσκολίες μπορεί να βοηθήσει; Πώς λειτουργεί; Τι χρειάζομαι για τις συνεδρίες online και ποιος θα με βοηθήσει με τα τεχνικά προβλήματα που μπορεί να προκύψουν;

Στείλτε μήνυμα

Η τέχνη του να ακούς

Στείλε μήνυμα